γράφει ο Μανώλης Δημελλάς
Μετανάστης ο Νικόλας Βλαχάκης, βρέθηκε στο λιμάνι της Μπέϊρα, στην Μοζαμβίκη, περίπου στα 1880, περπάτησε στις όχθες του ποταμού Ζαμβέζη, έγινε τρανός κυνηγός θηρίων, παντρεύτηκε ένα τσούρμο έγχρωμες κουκλάρες.....
Όπως λένε εκεί κάτω, αν σου αρέσουν οι διαφορετικού χρώματος γυναίκες, εκεί είναι που χάνεις το μυαλό σου, ξετρελαίνεσαι.
Η δόξα δεν κράτησε πολύ, κατέληξε να τον κατασπαράξει ένα από τα θηράματα του, ένα πελώριο λιοντάρι τον έκαμε κομμάτια.
Η ιστορία θέλει τον αδελφό του, Δημήτρη, να το κυνηγά, με μένος και για μήνες, στο τέλος να το ξετρυπώνει και να παίρνει την προβιά του χαλάκι για το τζάκι.
Η Μοζαμβίκη είναι από τις πρώτες χώρες που μετανάστευσαν οι Έλληνες, ήταν μια Πορτογιέζικη αποικία, πριν τον ξεσηκωμό, την επανάσταση των ντόπιων κομμουνιστών, φιλοξενούσε στην πρωτεύουσα Μαπούτο 2.000 Έλληνες.
Ακόμη και σήμερα τα νεοκλασικά Ελληνικά κτήρια, στο κέντρο της πόλης, μαρτυρούν την ακμή των δικών μας μεταναστών.
Σήμερα απόμειναν καμμιά πενηνταριά ξεχασμένοι και αρκετοί μιγάδες, κληρονομιά από ξεχασμένους μικτούς έρωτες και γάμους, εκείνους που έκαναν οι παλαιοί, πρώτοι μετανάστες, αφού η χώρα δεν γνώρισε απαρτχάιντ και φυλετικούς διαχωρισμούς.
Ήταν οι δικοί μας, οι Έλληνες, που τους έμαθαν την καλλιέργεια των πορτοκαλιών, που τους πρωτοέδειξαν να μην πετούν τα καλαμάρια, τρώγονται κι αυτά, έφτιαξαν τα μεγάλα εργοστάσια, παραγωγής μπύρας και καπνού. Τα περασμένα μεγαλεία που περιγράφουμε καμιά φορά σαν θαύματα.
Είναι μια χώρα με διπλάσιο πληθυσμό από την δικιά μας, μια χώρα που κρύβει διαμάντια, χρυσό, ένα σωρό σπάνια μεταλλεύματα και πρόσφατα στα βόρεια, στη Ναμπούλα, βρήκαν και μεγάλα κοιτάσματα από φυσικό αέριο, εκεί που πιο παλιά, έλεγαν πως υπάρχει ένα ακόμη άντρο της Αλ Κάϊντα.
Μια χώρα όμως που πεθαίνουν σαν τις μύγες από ελονοσία, το Έιτζ είναι μια καθημερινή υπόθεση, ενώ πάρα πολλές από τις όμορφες, γυαλιστερές Μοζαμβικάνες γυναίκες, τις ξετρυπώνεις ξαπλωμένες για ένα πιάτο φαΐ, στα πολυώροφα μπουρδέλα της Νοτίου Αφρικής.
Στη Μοζαμβίκη οι κάτοικοι υποφέρουν, όμως η ανάπτυξη δεν γνωρίζει, δεν έχει όρια. Οι Κινέζοι έχουν μπει γερά, φτιάχνουν δρόμους, σπίτια, όλα με κίτρινους εργάτες, εισαγόμενους, ανοίγουν εργοστάσια και γκρεμίζουν δάση δίχως να το πολυσυζητούν.
Στις πρόσφατες χειμερινές πλημμύρες, δεκάδες ανθρώπων πνίγηκαν, κυρίως άγνωστα παιδιά του δάσους, τους παρέσυρε κυριολεκτικά το ρέμα, αφού από την ανεξέλεγκτη κοπή δέντρων ξεπετάχτηκαν ποτάμια νερού από το πουθενά και παρέσυραν τα πάντα.
Τον περασμένο μήνα έκλεισε η πιο ξεχωριστή Ελληνική επιχείρηση στη χώρα, το μυθικό Κόστα-Ντελ-Σόλ, το μαγαζί που παρέμεινε ανοιχτό ακόμα και μετά την επανάσταση, δούλευε ακόμη και στις μεγάλες δεξιώσεις των κομμουνιστών.
Την ώρα που οι γείτονες Τούρκοι στέλνουν 19 διπλωματικούς υπαλλήλους, να επανδρώσουν την πρεσβεία τους, ενώ τα μπακάλικα και τα σούπερ μάρκετ γεμίζουν με Τούρκικα μπισκότα, σοκολάτες, ελιές και μακαρόνια, εμείς δεν έχουμε ούτε επίσημη πρεσβεία. Ένας επί τιμή πρέσβης, ο επιχειρηματίας Γεράσιμος Μαρκέτος, και ένας παπάς, ο Δεσπότης Γιάννης Τσαφταρίδης και ό,τι κάμουν.
Τον παπά προσέγγισαν Τούρκοι επιχειρηματίες, η ηλιακή και η αιολική ενέργεια, ένας από τους επόμενους στόχους τους.
Συναντά πολλούς Έλληνες πολιτικούς, λένε ένα σωρό ωραία λόγια, πολύ μακριά από την όποια αληθινή δράση.
Εμείς που ξέρουμε να δείχνουμε έμπρακτα την αλληλεγγύη μας, σε όλους τους ταλαιπωρημένους λαούς, τι καλά που θα ήταν να μπορούσαμε να ξεδιπλώναμε σημαίες και να ανοίγαμε δρόμους σε τέτοιες χώρες, όπως η Μοζαμβίκη, που αναζητά, έχει ανάγκη, από ένα χέρι ελπίδας και εμπιστοσύνης, όχι βιασμού, ούτε ξέφρενης μισαλλόδοξης καπιταλιστικής αλλοφροσύνης, μα απλές και γόνιμες σχέσεις, που να οδηγούν σε κάποια ξέφωτα ελπίδας και όχι στο αναγκαστικό πνιγμό μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
...ό,τι έχετε ευχαρίστηση..