Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ;...


γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Η πατρίδα μου δεν είναι οι αιμοσταγείς φυλλάδες στα πρωινά σχοινιά του Συντάγματος. Δεν είναι οι εμπορικοί δρόμοι, τα ηρώα, οι εθνικοί κήποι, τα μέγαρα μιας ολότελα λησμονημένης νεοκλασικιστικής περιόδου, τα άδεια συντριβάνια, οι μαρμάρινες πτυχώσεις και οι γυάλινοι δρομείς της μεταμοντέρνας περιόδου......




 Η πατρίδα μου δεν ήταν ποτέ οι αγοραίες συναλλαγές, τα ανατολικά κορίτσια με το πρόσωπο της Μπέργκμαν στα πόδια του ξενοδοχείου «Βύρων.» Η πατρίδα μου δεν ήταν τα στέρφα χρόνια, οι χαμένες γένες του Δημήτρη Δημητριάδη, οι ζαχαρένιες κούκλες των παραλιακών δρόμων που ξερνούν φωτιές και αγαπούν τους χαμηλούς φωτισμούς. Η πατρίδα που γνώρισα δεν ήταν οι μαστροποί, οι ψευδαισθησιακές εικόνες των θεάτρων, τα ηλεκτρικά, κυριακάτικα γήπεδα, τα σχέδια που διαθέτουν μια βραχεία προοπτική, τα μοντέρνα κτίσματα από τσιμέντο και σίδερο.


Η πατρίδα μου είναι εκείνη η γριά Λένγκω του Γιάννη Μαρκόπουλου, τα έρημα σπίτια ψηλά στα Αναφιώτικα ενός άλλου καιρού. Η πατρίδα μου είναι πάντα τα αγέραστα κορίτσια που συγκρατούν ανάμεσα στο μέτρο, το χρόνο και την ύβρη το ασήκωτο περιστύλιο των εποχών.
 Η πατρίδα μου είναι  καρκικινικά μεσημέρια, η νεκρή πεταλούδα της Λιβύης και τ΄ωραίο μοναστήρι του Πόρου. Η πατρίδα μου είναι οι πρωινοί βομβαρδισμοί και η περηφάνια της εξορίας. 
Είναι απέραστα βράδια με καλοσυνάτους κούρους στην οδό του Σταδίου, τα Προπύλαια, βαθιά στα Χαφτεία. Είναι τα γκρεμισμένα σφαγεία της οδού Πειραιώς, η αδάμαστη Στέλλα, η Σοφία Βέμπο, ο Μάνος Χατζιδάκις, οι κάθετες πόλεις του Ξενάκη, ο Κοσμάς Πολίτης και τα αρχαία στρώματα της Κορίνθου.

 Η πατρίδα μου θα΄ναι πάντα το Πρακτορείο και ο σπασμένος καθρέφτης του πιάνου, ο κήπος με τους ληστές, οι ωραίοι Σπαρτιάτες πρόσφυγες που χάθηκαν σκιές στα κοιμητήρια της Νέας Ιωνίας. 
Η πατρίδα μου είναι άνθρωποι αιχμές, παιδιά ελευθερωτές, όπως ο Κώστας Γεωργάκης, ο Μπολιβάρ του Νίκου Εγγονόπουλου, ο Γρηγόρης Λαμπράκης, ο Βλάσσης Καραθανάσης από την Κόρινθο με την κάτωχρη ποδιά και το ακοίμητο μαχαίρι, στραμμένο πάντα στον εαυτό του. 

Η πατρίδα μου είναι η όψη της θάλασσας από τα παραλιακά ξενοδοχεία και οι αναρίθμητοι, πνιγμένοι ήλιοι πίσω από τα διυλιστήρια. Το ασκί το παρμένο από κατσίκια, ο Οδυσσέας, οι πορθμοί και ο χαμένος ανθυπολοχαγός στα βουνά της Αλβανίας. Ο Γιώργος Σαραντάρης και οι σκοτεινές, σαν παραμύθια γειτονιές, η φωνή που πάντα θα περνά από το λόφο των Εξαρχείων, τα μικρά βιβλία και τα μεγάλα όνειρα.

 Πατρίδα μου είναι οι εξωτικοί, βραδινοί φωτισμοί της Αλεξάνδρειας, η Θεσσαλονίκη του Γιώργου Ιωάννου, τα πελασγικά, άμορφα αγάλματα και τα χαλίκια που γέννησαν τις λέξεις στα στόματα των ποιητών, οι ζεϊμπέκες του Τσαρούχη και οι ελαιογραφίες του Μπουζιάνη.
 Πατρίδα μου εκείνο το γέρικο δέντρο με τα γυμνά κλαδιά που δεν αρπάζει στις φωτιές και οι καρποί του τόσα χρόνια λιώνουν στα ρείθρα και τις αυλές.

 Η πατρίδα μου είναι το φως του φθινοπώρου που δεν κάμπτεται, το πρώτο πρόσωπο της Αθήνας, οι αποστεωμένες μητέρες του Μεσολογγίου, η λαϊκή φιγούρα του Θωμά Γκόρπα και η αδικοχαμένη Κατερίνα που ορκίστηκε μια άλλη εποχή. Πατρίδα μου το ομηρικό «λάμδα» και οι φωλιές της Περσεφόνης.

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

...ό,τι έχετε ευχαρίστηση..