Παρασκευή 11 Μαΐου 2012

6 Μάη 2012: τότε που γεννούν τα φίδια


γράφει ο Απόστολος Θηβαίος

Γέμισε ο τόπος φίδια. Το είχαν πει, χρόνια πριν γραφικοί μελλοντολόγοι, υπασπιστές των συστημάτων, βουλευτές της σεβαστής αντιπολιτεύσεως. Το είχαν πει, είχαν δείξει στο πλήθος τον τόπο εκείνο που γεννούν τα φίδια.....


 Τις νύχτες, συντεταγμένες ομάδες συνέρρεαν σε εκείνο το μέρος, έσκαβαν με σίδερα και άναβαν φωτιές μες στις πηγές. Έλεγαν πως έτσι θα διώξουν τα φίδια. Μα εκείνα γεννούσαν, σέρνονταν έπειτα τα νιογέννητα ερπετά, κατέτρωγαν τους βλαστούς. Λένε πως το δηλητήριό τους φτάνει για να σωριάσει κάτω τον καιρό. Κανείς δεν πίστεψε τους γυρολόγους, εκείνους τους οιωνοσκόπους που επισκέπτονται τους αδιάφορους οικισμούς και μιλούν με αινίγματα και γρίφους.
 Η γη έλεγαν, δεν κρατεί μονάχα γέλια, η γη κρατεί μες στον κόρφο της τα αυγά των φιδιών και έπειτα, κάποια στιγμή, καθώς ανυποψίαστοι θα γυρνούμε στις επαρχίες εκείνα θα μπορούν πια να απειλήσουν την ύπαρξή μας. Δεν νοιάζεται κανείς, κανείς δεν δίνει σημασία.
Πίσω από τα μεγάλα καταστήματα της κρεαταγοράς, άνθρωποι καθισμένοι σφάζονται από φωσφορικά φώτα, γελούν τρανταχτά, βρίσκονται με άρρωστες γυναίκες και έπειτα πεθαίνουν ανάμεσα στα σφάγια. Η συνήθεια αυτή τρομάζει τις αρχές, έχουν απαγορεύσει να μιλά κανείς για τα φίδια, για τους άντρες που πεθαίνουν γυμνοί πάνω στα πρωινά αίματα.

Κάποιοι διηγούνται μια παράξενη ιστορία. Μιλούν για ένα φίδι που μεγάλωσε και πήρε να μοιάζει στους ανθρώπους και έσπειρε θάνατο κάτω στην Αθηνάς, στα ύποπτα μέρη που κατακλύζονται τώρα από επιπόλαια κορίτσια με φανταχτερά φορέματα και έξω τα κορμιά τους, να τις ζητούν τα αγόρια. Μες σε τούτη την ατμοσφαιρική προοπτική κανείς δεν έδωσε σημασία στο ανθρωπόμορφο φίδι. Ήταν σίγουρα μια κάποια επιβεβαίωση των κινδύνων που ελλόχευαν πλάι σου, όταν επιστρέφεις από το γραφείο και ολόκληρη η πόλη κόβεται από σύρματα και μονωτήρες.
Τώρα κανείς δεν θυμάται εκείνα τα γεγονότα. Είπαν πως επρόκειτο για μια παρατυπία προγεννετική, κανείς δεν έδωσε σημασία στα παιδιά με τις σωστικές φωτοβολίδες που παρέλαυναν στην οδό Τσιμισκή.
 Έτσι εξηγείται που κείτονται στο δρόμο όλο νεκρά παιδιά, με τα κεφάλια μπρούμυτα και έχουν ανοιγμένα μάτια σαν φακούς και λένε πράγματα που τρομάζουν, λένε πράγματα με σιωπή, μες στους δρόμους σχεδιάζουν συνθήματα, κάποια μιλούν για έρωτα, άλλα είναι μηνύματα πολιτικά, μια διαφήμιση για ένα καλοκαιρινό ταξίδι με σκάφος τύπου κλίππερ στις  μακρινές νήσους, γραμμένη στους ίδιους, σωριασμένους τοίχους.

Λοιπόν τώρα τα φίδια γέννησαν, κανείς δεν πρόλαβε το κακό. Το παλιό, ακατοίκητο σπίτι δεν προσεγγίζεται πια, τα βράδια ακούω το σύρσιμο των φιδιών πάνω στη στέγη μου, βαθιά κάτω από τα πόδια μου πλησιάζουν άλλα φίδια, ακόμα πιο επικίνδυνα, ακόμα πιο πεινασμένα, με το συριστικό τους ήχο εντείνουν την αγωνία, καραδοκούν για να σπαράξουν τους απρόσεχτους, τους ανυποψίαστους, παραμονεύουν οικειοποιούμενα εκείνο το άδειο σπίτι, ένα όμορφο ερείπιο, κυνηγημένο από βροχές και ρητορείες.

Απόψε γεννήθηκαν και άλλα φίδια. Κατέκλυσαν τα τερατώδη στόματα των υδρορροών, πλημμύρισαν τα υπόγεια και τους δρόμους  και κανείς από τους οδοκαθαριστές δεν δέχεται να διεκπεραιώσει τη δύσκολη υπόθεση.
Λένε πως όλα τούτα τα φίδια γεννιούνται για ένα σκοπό και πως το καλοκαίρι, όταν η ζέστη εξελίσσει μια ανυπόφορη σκηνοθεσία, σέρνονται, σπεύδουν προς το εμπορικό κομμάτι της πόλης. Πρόκειται για μια πολίχνη, με όμορφα, κυρτά φώτα κατά μήκος των δρόμων, προσεγμένα ρείθρα, μέγαρα και ξυλόγλυπτες κατασκευές στις πλατείες και τα πάρκα.
Εκεί λένε, συχνάζουν οι ανάπηροι των καιρών, στην πλατφόρμα στέκουν ανίκητοι μιλώντας μονάχα σαν μυρίσουν τη βροχή.
Εκεί κρύβονται τα παιδιά της διασταύρωσης Μαντέλλα, βαλκάνιοι τύποι με λογιών ιστορίες, εκεί κρύβονται αλυσοδεμένοι, φρενιασμένοι ήλιοι, φωνές ευτυχισμένες ερωτευμένων παιδιών. Τα φίδια λοιπόν, σέρνονται σε εκείνα τα μέρη, ανάμεσα σε σπίτια βυθισμένα στο σκοτάδι. Τα φίδια σέρνονται εκεί , αργά, δίχως καμιά υποψία στο φως της μέρας και τρώνε τα μοναχικά παιδιά που κατοικούν μες στο υπόγεια, δείχνοντας τα εντόσθιά τους στα μελλούμενα.

 Οι άνθρωποι γνωρίζουν πως καταφτάνουν μεγάλα κοπάδια φιδιών, διαγράφοντας σχεδόν υδάτινες τροχιές. Το γνωρίζουν καθώς πια τις νύχτες ακούν τις πανικόβλητες  τις φωνές των δαρμένων σκυλιών. Οι άνθρωποι αναμένουν την έκβαση στις συνομιλίες των υπαλλήλων του δήμου. Θα βρεθεί με σιγουριά μια επαρκής λύση.
 Μα τέτοιες αναμονές, Σόλωμων, Νικόδημε, Ροβέρτο, εσείς το γνωρίζετε καλύτερα, πως δεν συνιστούν τίποτε το ερωτικό...

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

...ό,τι έχετε ευχαρίστηση..