Τετάρτη 1 Ιουνίου 2011

Nίκος Πουλαντζάς: η πρώτη γνωριμία με το μεγάλο Διανοητή

 για τις φήμες και τις συνωμοσίες,
για την πάλη των τάξεων,
τη μίζερη ελληνική λεβεντιά,
πώς γίνονται οι χουντικοί



Ο Νίκος Πουλαντζάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1936. Σπούδασε νομικά και κοινωνικές επιστήμες στην Αθήνα, στη Χαϊδελβέργη και στο Παρίσι· έγινε καθηγητής κοινωνιολογίας στο 8ο Πανεπιστήμιο του Παρισιού και διευθυντής σπουδών στην Ecole Pratique des Hautes Etudes.......



Έγινε παγκόσμια γνωστός για τη θεωρητική συνεισφορά του στην ανάλυση του καπιταλιστικού κράτους, του κράτους έκτακτης ανάγκης (φασισμός, δικτατορία), των κοινωνικών τάξεων, των σχέσεων εξουσίας και της σοσιαλιστικής στρατηγικής
. Κατά τον γνωστό κοινωνιολόγο Μπομπ Τζέσοπ, ο Πουλαντζάς υπήρξε ο σημαντικότερος μαρξιστής θεωρητικός του κράτους της μεταπολεμικής περιόδου. Εγκατεστημένος στη Γαλλία από το 1961, είχε ενεργό ανάμιξη στο αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα της Γαλλίας και της Ελλάδας (μέλος του ΚΚΕ στην αρχή και, μετά το 1968, μέλος του ΚΚΕ εσωτερικού). Πέθανε (αυτοκτόνησε) στο Παρίσι τον Οκτώβριο του 1979.

ΟΙ ΦΗΜΕΣ ΚΑΙ Η ΣΥΝΩΜΟΤΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ. «Μια πληροφορία, όπως και μια φήμη, δεν πέφτουν ποτέ σε ουδέτερα ή παρθενικά αυτιά. Δεν ενδιαφέρει τόσο ο πομπός όσο οι αποδέκτες τους: ακούμε και βλέπουμε συνήθως ό,τι μας επιτρέπει ή μας επιβάλλει η ιδεολογία μας. Και ποια είναι η βάση αυτής της αντικομμουνιστικής ιδεολογίας που έκανε στρατηγούς και πεπειραμένους πολιτικούς άνδρες να πέσουν, ποιος λίγο ποιος πολύ, καλόπιστα ‘θύματα’ -ας το δεχθούμε για πολλούς απ’ αυτούς- παραμυθιών για μικρά παιδιά; Είναι αυτή η ίδια η ‘αντιλαϊκή ψύχωση’ της άρχουσας τάξης, που εκφράζεται στη συνωμοτική αντίληψη της ιστορίας. Οταν κινητοποιούνται εργάτες, αγρότες ή φοιτητές, δεν μπορεί παρά να υπάρχει ο εγκληματικός δάκτυλος που από τα σκοτεινά τους κινεί και που μεταβάλλει τους καλοκάγαθους πολίτες που πρέπει να είναι και να μείνει ο λαός, σε αγωνιστές της ταξικής πάλης. Πολύ παλιά ιστορία. Μέσα σ’ ένα τόσο πρόσφορο έδαφος κάθε φήμη μπορεί να ριζώσει: όπως στην προ-ναζιστική Γερμανία η φήμη του Πρωτοκόλλου των Σοφών της Σιών για τους Εβραίους.» («Η Αυγή», 10/8/75)

ΠΩΣ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΧΟΥΝΤΙΚΟΙ. «Το πρόβλημα δεν είναι τόσο, π.χ., να εκδιωχθούν οι χουντικοί ή οι φιλοχουντικοί από τα πανεπιστήμια -μ’ όλο που κι αυτό είναι ένα πρόβλημα- αλλά να μπούμε σε μια διαδικασία εκδημοκρατισμού του πανεπιστήμιου. Διότι όταν έχεις ένα βοηθό ή έναν υφηγητή, ο οποίος πρέπει να κάνει τον υποτακτικό του καθηγητή, για να μπορέσει κι αυτός να γίνει καθηγητής, ένας τέτοιος άνθρωπος, κι ο προοδευτικότερος να είναι στα είκοσί του χρόνια, στα σαράντα του με μια οικογένεια και με δυο παιδιά, αναπόφευκτα, μέσα σ’ ένα τέτοιο μηχανισμό, θ’ αλλάξει, θα γίνει χωρίς κι ο ίδιος να το καταλάβει σαν τον χουντικό καθηγητή του.» («Τα Νέα», 8/9/75)

Η ΠΑΛΗ ΤΩΝ ΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ Η ΛΕΠΡΑ. «Οι άλλες κοινωνικές επιστήμες (πλην της κοινωνιολογίας) εξέβαλαν από το αντικείμενό τους το τέρας της ταξικής πάλης: η οικονομία θεωρεί ότι ασχολείται απλά με τους οικονομικούς νόμους, ανεξάρτητους από τις κοινωνικές τάξεις και την πάλη των τάξεων. Τα νομικά και οι πολιτικές επιστήμες θεωρούν ότι ασχολούνται με το Δίκαιο και το Κράτος, που, όπως καθένας γνωρίζει, είναι υπεράνω των τάξεων!
Οσο για τη φιλοσοφία-θεωρία, ας μη την αναφέρουμε καν. Ολοι αυτοί οι κλάδοι θεώρησαν ότι οι κοινωνικές τάξεις αφορούν μόνο την κοινωνιολογία. Ετσι φτιάχτηκε η κοινωνιολογία, περιχαρακώθηκε και φακελώθηκε, της δόθηκε ένα ειδικό αντικείμενο, οι κοινωνικές τάξεις, και οι άλλες επιστήμες το ξεφορτώθηκαν. Συνέβη εδώ κάτι παρόμοιο με τη λέπρα στο μεσαίωνα: στήθηκε ένα ειδικό στρατόπεδο, αναγκαίο γιατί η λέπρα υπήρχε, στα περιθώρια όμως των πόλεων, ώστε να μη μολύνεται η υγιής πολιτεία, στο προκείμενο οι άλλες ευγενείς επιστήμες.» (Από το πρώτο μάθημα που έδωσε ο Πουλαντζάς στην Πάντειο, ως επισκέπτης καθηγητής, «Η Αυγή», Μάρτιος 1976).
 
Η ΜΙΖΕΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΕΒΕΝΤΙΑΣ. «Θα ‘λέγε κανείς ότι τα περισσότερο πολιτικοποιημένα αγόρια της νέας ελληνικής γενιάς παραμένουν ακόμα, απ’ αυτή την άποψη, κακέκτυπο του μύθου της ‘αντρίκιας’ ελληνικότητας, εννοώ του Γιώργου Φούντα στο φιλμ ‘Στέλλα’ του Κακογιάννη, κάτω όμως από ένα λεκτικό αμφισβήτησης που τους προσφέρει ένα βολικότατο άλλοθι. Ανείπωτη σημερινή ακόμα μιζέρια της ελληνικής ‘αντρίκιας’ λεβεντιάς, της οποίας, όπως καθένας ξέρει, ο τράχηλος ζυγόν δεν υποφέρει, παρεκτός ο τράχηλος της Ελληνίδος που, όπως καθένας επίσης ξέρει, όχι μόνο ένα και πολλούς ζυγούς υποφέρει, αλλά και τους ‘ποθεί’. Υπάρχει όμως εδώ μια σημαντική διαφορά από τις παλιότερες γενιές και που αφορά βέβαια τις γυναίκες: η ‘ήσυχη επανάσταση’ των σημερινών νέων Ελληνίδων θα μεταβάλει σίγουρα και επιτέλους την πολιτιστική πραγματικότητα του τόπου μας.»


 Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

...ό,τι έχετε ευχαρίστηση..